- γεωκεντρικός, -ή
- -ό αυτός που θεωρεί τη Γη κέντρο του σύμπαντος: Γεωκεντρική θεωρία. – Γεωκεντρικό πλανητικό σύστημα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
γεωκεντρικός — ή, ό 1. αυτός που αναφέρεται στη γη ως κέντρο τού κόσμου 2. φρ. «γεωκεντρικό σύστημα» το σύστημα που θεωρεί τη γη ως κέντρο τού σύμπαντος … Dictionary of Greek
γη — Γ. ονομάζεται γενικά το έδαφος πάνω στο οποίο κατοικούμε (ετυμολογείται από το αρχαίο γαία). Με ευρύτερη έννοια, ορίζεται επίσης η οικουμένη, ο επίγειος κόσμος, η επιφάνεια του εδάφους. Γ., όμως, ονομάζεται κυρίως ο τρίτος πλανήτης του ηλιακού… … Dictionary of Greek